Η νέα εργασιακή εφεδρεία, το πλεονάζον προσωπικό οι μειώσεις και οι δεσμεύσεις του Μνημονίου.
Σε νέες μειώσεις μισθών και σε απολύσεις υπαλλήλων οδηγούν τα νέα μέτρα του πακέτου των 11,5 δισ. ευρώ. 1 emailεκτύπωσημικρό μέγεθος μεγάλο μέγεθος Οι απολύσεις και η περαιτέρω μείωση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων έχουν επανέλθει στην ημερήσια διάταξη παρότι τα θέματα αυτά προκαλούν ήδη έντονες αναταράξεις στους κόλπους της τρικομματικής κυβέρνησης. Το οικονομικό επιτελείο, μπροστά στο πακέτο των περικοπών 11,5 δισ. ευρώ και υπό την πίεση της τρόικας, επανέφερε στο προσκήνιο την εφεδρεία για 35.000 ως 40.000 δημοσίους υπαλλήλους, το άμεσο κλείσιμο περίπου 250 φορέων του Δημοσίου που με βάση ακόμη και την ισχύουσα νομοθεσία οδηγεί σε απολύσεις χιλιάδων εργαζομένων και τις περαιτέρω οριζόντιες μειώσεις των αποδοχών στις οποίες οδηγεί έτσι κι αλλιώς η εφαρμογή των δεσμεύσεων του Μνημονίου.
Τα θέματα αυτά, που απειλούν εκτός των άλλων και τη συνοχή του κυβερνητικού συνασπισμού, δημιουργούν ένα εκρηκτικό μείγμα. Ήδη, ο πρόεδρος της ΔΗΜΑΡ κ. Φώτης Κουβέλης, μετά τη συνάντηση που είχε με τον κ. Αντώνη Μανιτάκη τον οποίο ο ίδιος υπέδειξε για τη θέση του υπουργού Διοικητικής μεταρρύθμισης, δήλωσε κατηγορηματικά ότι «η εργασιακή εφεδρεία δεν πρέπει να υπάρξει» και πρόσθεσε πως «η εργασιακή εφεδρεία όταν στο πρόσφατο παρελθόν εφαρμόστηκε, αποδείχθηκε ότι δεν επέφερε δημοσιονομικό όφελος, δημιούργησε προβλήματα στελέχωσης και ορθά καταγράφηκε ως φιάσκο».
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο καθ΄ ύλιν αρμόδιος υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισηςο οποίος, όπως αναφέρουν πληροφορίες που έχει στη διάθεσή του Το Βήμα», έχει διαμηνύσει στους πολιτικούς αρχηγούς ότι δεν προτίθεται να φέρει προς συζήτηση στη Βουλή νέα νομοθετική ρύθμιση για την εργασιακή εφεδρεία, επικαλούμενος μάλιστα και την προγραμματική συμφωνία των κυβερνητικών εταίρων. Ο κ. Μανιτάκης εκτιμά ότι η «τύχη» των δημοσίων υπαλλήλων που πλεονάζουν θα πρέπει να κριθεί μετά την ολοκλήρωση της αντικειμενικής και αξιοκρατικής αξιολόγησης των δημόσιων υπηρεσιών και οργανισμών καθώς και του προσωπικού του. Η διαδικασία αυτή σύμφωνα με το σχετικό χρονοδιάγραμμα που έχει καταρτίσει η ηγεσία του υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης δεν θα έχει ολοκληρωθεί πριν από το τέλος του 2013, γεγονός που ερμηνεύεται ότι παρέχει επαρκή χρόνο ώστε να προκριθεί η πλέον συμφέρουσα επιλογή και να επανεξεταστεί στο πλαίσιο της συνολικής αναθεώρησης των δεσμεύσεων του Μνημονίου. Ταυτόχρονα, ο συνταγματολόγος κ. Μανιτάκης επικαλείται και τις συνταγματικές εγγυήσεις οι οποίες παραβιάζονται με την εφεδρεία κυρίως όσον αφορά το τακτικό προσωπικό του δημόσιου τομέα. Το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης, παρά ταύτα, όπως προκύπτει και από σχετική δήλωση του υπουργού Οικονομίας κ. Γιάννη Στουρνάρα μετά τη συνάντησή του με τον Πρωθυπουργό, εμμένει στην εργασιακή εφεδρεία αν και διαβεβαιώνει ότι δεν θα έχει καμία σχέση με την εφεδρεία που εφαρμόσθηκε στο παρελθόν και κατά κοινή ομολογία απέτυχε. Τα περιθώρια ελιγμών ωστόσο για την εφαρμογή ακόμη και μίας «λάϊτ εκδοχής» της εφεδρεία στην πράξη στενεύουν δραματικά για την κυβέρνηση.
Κι αυτό γιατί θα πρέπει να παρακάμψει τις ενστάσεις της τρόικας και κυρίως τις δεσμεύσεις που έχει αναλάβει έναντι του Μνημονίου. Το Μνημόνιο είναι απολύτως σαφές για το πλεονάζον προσωπικό από το κλείσιμο ή τη συγχώνευση φορέων του Δημοσίου. «15.000 χιλιάδες άτομα πλεονάζοντος προσωπικού μετατίθενται σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας εντός του 2012 σε σχέση με τον προσδιορισμό φορέων ή μονάδων που κλείνουν ή ελαττώνονται σε μέγεθος», αναφέρεαι. «Στο προσωπικό που βρίσκεται σε εργασιακή εφεδρεία καταβάλλεται ποσοστό 60% των βασικών τους αποδοχών (εξαιρουμένων των υπερωριών και άλλων επιπλέον αποδοχών) για χρονικό διάστημα όχι μεγαλύτερο των 12 μηνών, μετά το οποίο απομακρύνονται. Αυτή η χρονική περίοδος των 12 μηνών μπορεί να παραταθεί μέχρι τους 24 μήνες για το προσωπικό το οποίο είναι κοντά στη συνταξιοδότηση. Οι πληρωμές στο προσωπικό καθ’όν χρόνον ευρίσκεται υπό καθεστώς εργασιακής εφεδρείας θεωρούνται τμήμα των πληρωμών της αποζημιώσεώς τους».
Η κυβέρνηση, μ΄ άλλα λόγια, μπορεί μόνον να παρατείνει για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων το χρόνο της εφεδρείας, ενώ το σενάριο για την καταβολή του 65% ή και του 70% των αποδοχών μάλλον εγκαταλείπεται. Μειώνονται σημαντικά, από την άλλη πλευρά, και τα περιθώρια για τη χορήγηση κινήτρων στους δημοσίους υπαλλήλους έτσι ώστε να εγκαταλείψουν πρόωρα το Δημόσιο. Επιπλέον, η κυβέρνηση θα κληθεί εντός του μηνός Αυγούστου να αντιμετωπίσει ένα ακόμη κεφαλαιώδες ζήτημα που έχει σχέση με την «τύχη» του πλεονάζοντος προσωπικού των υπό κατάργηση ή συγχώνευση φορέων του Δημοσίου. Ηδη, όπως έκανε γνωστό ο υφυπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Μανούσος Βολουδάκης, αξιολογούνται από τις υπηρεσίες του υπουργείου σε συνεργασία με τα εποπτεύοντα υπουργεία, περισσότεροι από χίλιοι φορείς που θα πρέπει να καταργηθούν ή να συγχωνευθούν. Στόχος του υπουργείου είναι το πλεονάζον προσωπικό αυτών των φορέων να απορροφηθεί μέσω των υποχρεωτικών μετατάξεων. Για να επιτευχθεί όμως κάτι τέτοιο η κυβέρνηση θα πρέπει να πείσει την τρόικα ότι θα καταργηθεί σχετική νομοθετική ρύθμιση την οποία είχε αποδεχθεί στο παρελθόν ο πρώην υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Δημήτρης Ρέππας και σύμφωνα με την οποία το προσωπικό αυτό, κυρίως των κατηγοριών Υποχρεωτικής και Δευτεροβάθμίας Εκπαίδευσης, τίθεται σε καθεστώς εργασιακής εφεδρείας ή απολύεται. Η ρύθμιση αυτή μάλιστα προβλέπει ότι αν δεν απολυθεί ή δεν τεθεί σε εφεδρεία το προσωπικό του φορέα που καταργείται ή συγχωνεύεται τότε υποχρεωτικά θα πρέπει να τεθεί σε εφεδρεία ή να απολυθεί ισάριθμο προσωπικό του φορέα υποδοχής. Το ερώτημα, λοιπόν, που ανακύπτει είναι: η κυβέρνηση θα καταργήσει αυτή τη ρύθμιση που υπαγορεύθηκε στην πράξη από την τρόικα; Από την άλλη πλευρά, παρά τις δηλώσεις του αρμόδιου υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης κ. Αντώνη Μανιτάκη ότι η μεταρρύθμιση του δημόσιου τομέα δεν μπορεί να προχωρήσει με απολύσεις και με μειώσεις μισθών των δημοσίων υπαλλήλων, υποάρχει ρητή δέσμευση να ληφθού άμεσα μέτρα τα οποία οδηγούν σε περαιτέρω συρρίκνωση των αποδοχών των δημοσίων υπαλλήλων.
Έτσι, εκτός από τα τη μείωση των αποδοχών των αμειβομένων μέσω των ειδικών μισθολογίων και των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ, θα πρέπει να προχωρήσει και σε μία συνολική εκτίμηση του νέου μισθολογίου στο σύνολο του δημόσιου τομέα. «Αυτή η εκτίμηση», αναφέρεται στο Μηνημόνιο, «επικεντρώνεται στις μισθολογικές ωριμάνσεις οι οποίες ενσωματώνονται στο νέο μηχανισμό προαγωγών. Εάν η εκτίμηση αποκαλύπτει οποιαδήποτε υπερβολική μισθολογική ωρίμανση στις αποδοχές, οι κανόνες προαγωγής αναπροσαρμόζονται προ του τέλους του 2012. Ουδεμία προαγωγή λαμβάνει χώρα προ της εκτιμήσεως και της αναπροσαρμογής των κανόνων προαγωγής». Η κυβέρνηση, μ΄ άλλα λόγια, καλείται να βάλει μαχαίρι ακόμη και στις προαγωγές των δημοσίων υπαλλήλων στην περίπτωση που αυτές συνεπάγονται διόγκωση των μισθολογικών δαπανών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου