Φαγαμε τρία γκολ στο πρώτο ματς και πήγαμε για ύπνο μια χαρά. Καλά ήταν μέχρι εδώ, είπαμε. Μια φορά φτάσαμε στο μουντιάλ, και μην έχουμε πολλές απαιτήσεις. Τι ήταν αυτό που μας έτυχε στο, ποιο γήπεδο, κρεματόριο σκέτο ήταν. Τι νύχτα κι αυτή κόντρα στην Κόστα Ρίκα. Το ψυχοβγάλσιμο. Μας βγήκε η ψυχή εμάς που παρακολουθούσαμε τη μονομαχία. Μέχρι θανάτου ήταν. Δεν πέθαναν οι παίκτες, όμως έγιναν πτώματα. Ζωντανοί νεκροί να προσπαθούν να τα δώσουν όλα στο Κολοσσαίο.
Δεν έγινε ποδόσφαιρο. Δεν μπορούσε να γίνει ποδόσφαιρο. Και οι δύο ομάδες, Ελλάδα και Κόστα Ρίκα, δεν είχαν τίποτα στη σκέψη παρά μόνο την πρόκριση, ιστορική και πρωτοφανής και για τους δύο. Αγνώριστες και οι δύο. Η σκοπιμότητα της νίκης τους έκανε κουρέλια. Με βάρος ένα τόνο ευθύνης στον καθένα πώς να παίξουν μπάλλα.Έγινε το γκολ της Κόστα Ρίκα από τον ηγέτη της, αυτό ήταν το ένα σημαδιακό γεγονός. Το άλλο η κόκκινη κάρτα σε Κοσταρικανό. Η Ελλάδα είδε μπροστά της φρούριο χωρίς φρουρά. Η Κόστα Ρίκα με δέκα παίκτες είχε αποσυρθεί από τον αγώνα. Το τρίτο που έγινε και έκαιγε ήταν η ισοφάριση.
Η πρόκριση ήταν μοιραία στην πλευρά της Ελλάδος. Είχε μισή ώρα μπροστά της μ’ ένα παίκτη περισσότερο και κυρίως με υψηλά το ηθικό. Δεν έβγαλε το δεύτερο γκολ παρά τις ευκαιρίες, παρά τα χέρια υψηλά που είχε σηκώσει ο αντίπαλος.
Ρεσιτάλ στα κτυπήματα πέναλτυ. Όλα εύστοχα και γκολάρες. Μοιραίος εκτελεστής ο Γκέκας, όχι τυχαία. Το παλληκάρι δεν είχε θέση στην αποστολή, πολύ περισσότερο στην ενδεκάδα. Λόγια θα πεις της δικαιολογίας και της παρηγοριάς. Όχι, δεν είναι έτσι, απλά δεν είναι της στιγμής για περισσότερα επ’ αυτού.
Η Ελλάδα πέτυχε στο μουντιάλ. Προχώρησε στους «16». Κι η επιτυχία της δεν μειώνεται με την αποτυχία να πάρει την Κόστα Ρίκα όταν η ίδια η αντίπαλος είχε βάλει το κεφάλι της στη λαιμητόμο, αποδεχόμενη την αδυναμία της στο τέταρτο παιχνίδι της.
ΠΗΓΗ: Intime