Το διάστημα Ιανουάριος 2012 - Απρίλιος 2013 καταγράφονται 4 νεκροί και περισσότερα από 135 περιστατικά με τραυματισμούς
Αυτό προκύπτει από την έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη υπό τον
τίτλο «Το φαινόμενο της ρατσιστικής βίας στην Ελλάδα και η αντιμετώπισή
του».
Αντικείμενο της έκθεσης:
Καταγγελίες για επιθέσεις λόγω «διαφορετικότητας» (ιθαγένεια,χρώμα,
θρησκεία, σεξουαλικός προσανατολισμός κ.λπ.) - όχι όμως λόγω πολιτικών ή
άλλων διαφορών
Χρονική περίοδος: 16 μήνες (1 Ιανουαρίου 2012 έως 30 Απριλίου 2013)
Αριθμός καταγγελιών: 281, εκ των οποίων 253 το 2012
Δράστες: Πολίτες, ομάδες πολιτών ή μέλη των σωμάτων ασφαλείας κυρίως κάτω των 40 ετών
Φερόμενη ανάμιξη μελών Χρυσής Αυγής: 71 περιστατικά
Φερόμενη ανάμιξη μελών σωμάτων ασφαλείας: 47 περιστατικά
Θύματα: 4 νεκροί, περισσότερα από 135 περιστατικά με τραυματισμούς
Τόπος: κυρίως Αττική (κέντρο Αθήνας), Κρήτη, Δυτική Ελλάδα
Τρόπος: ομαδικός ξυλοδαρμός, μέχρι αναισθησίας, με κλομπ, ρόπαλα, σιδερογροθιές, μαχαίρια.
Αναφέρεται και η χρησιμοποίηση σκύλων
Χρόνος: κυρίως βράδυ και ξημερώματα
Οι 281 διασταυρωμένες καταγγελίες που καταγράφηκαν σε 16 μήνες (1
Ιανουαρίου 2012 έως 30 Απριλίου 2013), με πηγές τα Μέσα ενημέρωσης, τις
ΜΚΟ, και τον Συνήγορο του Πολίτη, καταδεικνύουν ότι η βία στους δρόμους
με στόχο τον «διαφορετικό», ως προς την εθνική ή εθνοτική καταγωγή, τη
φυλή, το χρώμα, τον σεξουαλικό προσανατολισμό ή το θρήσκευμα, είναι
φαινόμενο συνεχώς εντεινόμενο.
Ωστόσο, είναι αξιοσημείωτο ότι σύμφωνα με τον Συνήγορο η δραματική
αύξηση του αριθμού των καταγγελιών για ρατσιστικές επιθέσεις αλλά και
της κλιμακούμενης έντασης της ασκούμενης βίας, από τον Μάιο του 2012 και
μετά, αντανακλά μεταξύ άλλων και τις κοινωνικοπολιτικές εξελίξεις που
επέτρεψαν την εκπροσώπηση στο εθνικό Κοινοβούλιο της Χρυσής Αυγής , «που
υιοθετεί ένα πρωτοφανή σε οξύτητα ρατσιστικό, ξενοφοβικό και
μισαλλόδοξο πολιτικό λόγο». Κι αυτό πέραν των άλλων, φαίνεται ότι
«ενθάρρυνε την εν γένει απενοχοποίηση της ρατσιστικής ρητορικής αλλά και
την υιοθέτηση ανάλογων πρακτικών από διάφορες άλλες οργανωμένες ομάδες
που ενεργοποιούνται επιδιώκοντας τη συναίνεση ομάδων του πληθυσμού για
τη ρατσιστική δράση τους».
Επίσης, ιδιαίτερα προβλημάτισε η καταγραφή περιστατικών βίας με
ρατσιστικό κίνητρο «από παλιότερες ή νεοπαγείς οργανωμένες ομάδες, με
τρόπο δράσης που παραπέμπει σε άτυπες ρατσιστικές πολιτοφυλακές,
ιδιαίτερα σε συγκεκριμένες περιοχές».
Επίσης, ιδιαίτερα προβλημάτισε «η καταγραφή περιστατικών βίας
με ρατσιστικό κίνητρο από παλιότερες ή νεοπαγείς οργανωμένες ομάδες, με
τρόπο δράσης που παραπέμπει σε άτυπες ρατσιστικές πολιτοφυλακές,
ιδιαίτερα σε συγκεκριμένες περιοχές». Παράλληλα, έντονη ανησυχία
προκαλούν μαρτυρίες για την παθητική στάση αστυνομικών οργάνων σε
τέτοιου είδους περιστατικά, και μία διαφαινόμενη απροθυμία έγκαιρης
παρέμβασης ή και στη συνέχεια αποτελεσματικής διερεύνησης για την
αποκάλυψη των δραστών- «ακόμη περισσότερο, όταν αστυνομικοί φέρονται να
προβαίνουν σε καταχρηστική άσκηση βίας με ρατσιστικά κίνητρα».
Μάλιστα, όπως αναφέρει ο Συνήγορος, οι καταγεγραμμένες καταγγελίες
αποτελούν την κορυφή του παγόβουνου, καθώς η μεγάλη πλειοψηφία των
ρατσιστικών επιθέσεων είτε δεν καταγγέλλεται, είτε καταγγέλλεται αλλά
δεν καταγράφεται, είτε καταγράφεται αλλά όχι ως τέτοια (ρατσιστική).
Η αδράνεια και απροθυμία αστυνομικών, η άρνηση σύλληψης δραστών ή
καταγραφής περιστατικών και, από την πλευρά των θυμάτων, ο φόβος είτε
της σύλληψης είτε του στιγματισμού και η πεποίθηση ότι δεν πρόκειται να
δικαιωθούν, μοιάζουν με συγκοινωνούντα δοχεία. Όπως τονίζεται στην
έκθεση του Συνηγόρου, σε κάθε περίπτωση πρόκειται για κλασική περίπτωση
αθέατης εγκληματικότητας, στη μεγάλη έκταση της οποίας φαίνεται να
συμβάλει η στάση και συμπεριφορά αστυνομικών και άλλων κρατικών οργάνων.
Είναι χαρακτηριστικό ότι «σε περιοχές στις οποίες κατά τεκμήριο,
αλλά και από τα στοιχεία της παρούσας έρευνας, παρατηρείται ιδιαίτερη
έξαρση του φαινομένου, όπως π.χ. σε μεγάλο τμήμα του κέντρου της Αθήνας,
τα αστυνομικά τμήματα καταγράφουν στην καλύτερη περίπτωση πολύ μικρό
αριθμό περιστατικών όπου αναγνωρίζεται ρατσιστικό κίνητρο. Με
χαρακτηριστικότερο παράδειγμα το αστυνομικό τμήμα Ομονοίας, όπου η
υπηρεσία αναφέρει ότι δεν διαθέτει στοιχεία για ύπαρξη περιστατικών
ρατσιστικής βίας στην περιοχή ευθύνης της!».
Τα περιστατικά ήταν πολύ συχνά αιματηρά. Καταγράφηκαν τέσσερις
περιπτώσεις που είχαν ως συνέπεια τον θάνατο του θύματος. Σε δύο από
αυτές, η αστυνομία που συνεχίζει να ερευνά την υπόθεση αφήνει ανοιχτό το
ενδεχόμενο οι επιθέσεις να μην είχαν ρατσιστικό χαρακτήρα χωρίς όμως να
παρέχει για την ώρα άλλη εξήγηση. Σε εκατοντάδες περιπτώσεις
σημειώθηκαν τραυματισμοί συχνά σοβαροί και κάποιοι που οδήγησαν σε
μόνιμες βλάβες, για παράδειγμα στην ακοή και την όραση. Οι περισσότεροι
τραυματισμοί ήταν μαχαιρώματα στο πρόσωπο και στο σώμα, και κατάγματα
στα άκρα.
Τα θύματα συχνά εγκαταλείφθηκαν αιμόφυρτα ή αναίσθητα στο δρόμο και
στις περισσότερες περιπτώσεις χρειάστηκε να μεταφερθούν στο νοσοκομείο
για τις πρώτες βοήθειες ή και νοσηλεία. Σε περισσότερες από 50 επιθέσεις
οι συνέπειες ήταν μόνο υλικές ζημιές.
Πέραν των τεσσάρων περιστατικών που κατέληξαν στον θάνατο του
θύματος, καταγγέλθηκαν και περισσότερα από 135 περιστατικά που κατέληξαν
στον τραυματισμό τουλάχιστον 400 ανθρώπων. Στον αριθμό αυτό δεν
συμπεριλαμβάνονται οι κυριότερες επιθέσεις τύπου «πογκρόμ» αλλά και
άλλες μεμονωμένες επιθέσεις όπου τα θύματα απέφυγαν να αναζητήσουν
νοσηλεία ή πρώτες βοήθειες.
Τα θύματα ήταν στην πλειοψηφία τους Ασιάτες, προερχόμενα κυρίως από
το Πακιστάν, το Μπαγκλαντές και το Αφγανιστάν, και Αφρικανοί, κυρίως
Αιγύπτιοι, Μαροκινοί και Αλγερινοί. Καταγράφηκαν πάντως και 11
περιστατικά με θύματα 'Ελληνες ομοφυλόφιλους, ρομά, αλλόθρησκους ή με
άλλη εθνοτική καταγωγή, και 14 περιστατικά με θύματα Ευρωπαίους, κυρίως
Βούλγαρους και Αλβανούς.
Περίπου τα τρία τέταρτα των καταγγελιών για ρατσιστικές επιθέσεις
καταγράφηκαν στην Αττική και ειδικά στις περιοχές του ιστορικού κέντρου
της Αθήνας, της Κυψέλης και των Πατησίων. Στα νησιά, καταγράφηκαν
περισσότερες από 30 επιθέσεις, συχνότερα στην Κρήτη (23) και στη Ρόδο
(4), ενώ στην ηπειρωτική Ελλάδα , εκτός Αττικής, ξεχώρισαν η Πάτρα, η
Θεσσαλονίκη και η Αιτωλοακαρνανία.
Όπως εκτιμά ο Συνήγορος, αυτή η ανομοιομορφία οφείλεται κυρίως σε
τρεις λόγους: τη συγκέντρωση στην Αττική σημαντικά μεγαλύτερου αριθμού
ανθρώπων που γίνονται στόχοι επιθέσεων λόγω των «διακριτών»
χαρακτηριστικών τους, την αντίστοιχη παρουσία σημαντικά μεγαλύτερου
αριθμού φορέων και οργανώσεων που καταγράφουν τις επιθέσεις αυτές, καθώς
και την απροθυμία των μικρότερων και περισσότερο κλειστών κοινοτήτων
της περιφέρειας να δημοσιοποιήσουν τέτοια περιστατικά.
Ρατσισμός και ξενοφοβία στα σχολεία
Στον Συνήγορο του Πολίτη γνωστοποιούνται κατά τη τελευταία διετία
ολοένα και περισσότερα περιστατικά εκδήλωσης βίας μεταξύ μαθητών με
στοιχεία φυλετικού ή άλλης μορφής ρατσισμού. Οι αναφορές που έχει
διερευνήσει, παρότι έχουν αυξηθεί σε σχέση με παλαιότερα, παραμένουν
περιορισμένες. Ωστόσο κατά τις συχνές επισκέψεις του σε σχολεία και τις
συναντήσεις του με μαθητές και εκπαιδευτικούς, αλλά και μέσω τηλεφωνικών
κλήσεων και ηλεκτρονικών μηνυμάτων, έχει πληροφορηθεί για πολύ
περισσότερες ποικίλες βίαιες συμπεριφορές και περιστατικά μέσα και έξω
από το σχολείο, ανάμεσα σε μέλη της σχολικής κοινότητας ή και με τρίτους
εμπλεκόμενους.
Έχει διαπιστωθεί ότι περιστατικά βίας μεταξύ μαθητών δεν
γνωστοποιούνται συνήθως στη διεύθυνση του σχολείου ή στους
εκπαιδευτικούς, λόγω του φόβου των συνεπειών/κυρώσεων, της περαιτέρω
στοχοποίησής τους ή της μη εμπιστοσύνης των μαθητών στους ενήλικες.
Ο Συνήγορος θεωρεί ότι «η στοχοποίηση και η απλή επιβολή κυρώσεων
σε βάρος των μαθητών που ασκούν βία δεν μπορεί να φέρει τα επιθυμητά
αποτελέσματα. Σε ορισμένες μάλιστα περιπτώσεις μπορεί να οδηγήσει σε
μεγαλύτερες αντιπαραθέσεις ή σε «ηρωοποίηση» των μαθητών που φέρονται
επιθετικά ή προσβλητικά. Το ζητούμενο είναι οι μαθητές να κατανοήσουν
την προκαλούμενη βλάβη και να αναζητηθούν τρόποι για το ξεπέρασμα των
εντάσεων ή των προκαταλήψεων».
«Ξένιος Ζευς»
Κριτική ασκεί ο Συνήγορος στην επιχείρηση «Ξένιος Ζευς»,
επισημαίνοντας τον καταχρηστικό χαρακτήρα των προσαγωγών, όταν δεν
υπάρχει εξατομικευμένη υπόνοια τέλεσης αδικήματος. Στο πλαίσιο του
«Ξένιου Δία» προσάγονται και αλλοδαποί που διαθέτουν ισχυρό τίτλο
διαμονής στην χώρα. Αν δεν υπάρχει υπόνοια αδικήματος βάσει
συμπεριφοράς, ενώ υφίσταται έγγραφο αποδεικτικό ταυτότητας, οι μαζικές
αυτές προσαγωγές αποτελούν, σύμφωνα με τον Συνήγορο, δυσανάλογο
περιορισμό της προσωπικής ελευθερίας που δεν συνάδει ούτε με το Σύνταγμα
ούτε με το νομικό πλαίσιο που διέπει τη δράση των αστυνομικών οργάνων.
Έτσι, η Ανεξάρτητη Αρχή καλεί να επανεξετασθεί η επιχείρηση «Ξένιος
Ζευς» συνολικά από πλευράς αναλογικότητας, να σταματήσουν οι
καταχρηστικές προσαγωγές μεταναστών . Μεταξύ άλλων προτείνει να
αξιοποιηθεί η σύγχρονη ηλεκτρονική τεχνολογία ώστε τα κλιμάκια ελέγχου
να είναισε θέση να προβαίνουν επιτόπου σε άμεση ηλεκτρονική διασταύρωση
τυχόν στοιχείων που αμφισβητούνται και να εκπαιδευθούν όλοι οι
αστυνομικοί στην αντιρατσιστική αστυνόμευση ώστε να μη δημιουργείται
προφίλ υπόπτου βάσει ρατσιστικής διάκρισης (racial profiling), σύμφωνα
με τις σχετικές κατευθύνσεις του Συμβουλίου της Ευρώπης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου