Κυριακή 3 Ιουνίου 2012

Μία φωτογραφία - σταθμός στην ιστορία



Στις 8 Ιουνίου 1972, η Kim Phuc ήταν 9 χρονών. Ένα ανέμελο κοριτσάκι που έπαιζε στα δρομάκια του χωριού της με τα άλλα παιδιά. Μέσα σε δευτερόλεπτα ολόκληρη η ζωή της άλλαξε... Συνοδοιπόρος της ο φωτογράφος που απαθανάτισε το ταξίδι της από τον θάνατο... στη ζωή.

Ξαφνικά ακούστηκαν φωνές αγωνίας. Κάποιοι στρατιώτες ειδοποιούσαν τον πληθυσμό να εγκαταλείψει το χωριό γιατί θα τους βομβάρδιζαν. «Θα σκοτωθούμε όλοι!» ούρλιαζαν. Δευτερόλεπτα αργότερα καπνός και σκόνη γέμισαν τον ουρανό πάνω από τον ναό του Cao Dai που είχαν βρει καταφύγιο, καθώς οι Βόρειες και οι Νότιες στρατιωτικές δυνάμεις πολεμούσαν για την κατοχή του χωριού.

Το μικρό κορίτσι άκουσε τον συριγμό της βόμβας και γύρισε πίσω της να δει τι συμβαίνει. Εκρήξεις και φλόγες παντού. Ξαφνικά το κορίτσι ένιωσε το αριστερό της χέρι να καίει... να φλέγεται... Οι ίνες των βαμβακερών ρούχων της εξατμίστηκαν από την επαφή με το καυτό δέρμα της. Απίστευτος πόνος διαπέρασε το δέρμα και τους μύες της. Πλέον το δεξί της χέρι καιγόταν και είχε γεμίσει κόκκινες φουσκάλες. Το παρατηρούσε να αλλοιώνεται και δεν μπορούσε να κάνει τίποτα.

«Θα είμαι άσχημη πια. Οι άνθρωποι θα με κοιτούν με μισό μάτι» ομολογεί ότι σκεφτόταν εκείνη τη στιγμή η 49χρονη πλέον γυναίκα. Έντρομη άρχισε να τρέχει στη λεωφόρο ακολουθώντας τον μεγαλύτερο αδερφό της ουρλιάζοντας από φόβο και πόνο πλησιάζοντας τους ξένους φωτορεπόρτερ που όλοι ήταν συγκεντρωμένοι και παρακολουθούσαν από απόσταση την επίθεση.

Ο 21χρονος Βιετναμέζος φωτογράφος Ut, συνέλαβε στον φωτογραφικό του φακό το στιγμιότυπο της έντρομης κοπέλας που αισθάνεται τον θάνατο να την τυλίγει. Την πήρε υπό την προστασία του και τη μετέφερε στο νοσοκομείο. Εκεί του είπαν ότι το κορίτσι δεν είχε καμία ελπίδα, εκείνος όμως τους έδειξε την ταυτότητα του δημοσιογράφου και απαίτησε από τους γιατρούς να κάνουν τα αδύνατα δυνατά και να τη σώσουν. Ήταν σίγουρος ότι οι γιατροί θα υποτάσσονταν στην εντολή του. Επέστρεψε στη δουλειά του. «Έκλαψα όταν την είδα να τρέχει» αποκάλυψε χρόνια αργότερα ο Ut, ο οποίος είχε χάσει τον αδερφό του σε αποστολή του Associated Press.

Στη Σαϊγκόν όπου ήταν η έδρα του πρακτορείου του, εμφάνισε τις φωτογραφίες και τις έδειξε στον διευθυντή του. Πίστευε ότι θα του απέρριπταν τη φωτογραφία με το γυμνό κορίτσι καθώς το πρακτορείο του είχε αυστηρή πολιτική απέναντι στο γυμνό. Κι όμως ο βετεράνος Βιετναμέζος διευθυντής φωτογραφίας μόλις είδε τη φωτογραφία αποφάσισε να πάρει το ρίσκο θεωρώντας πως αυτή η φωτογραφία έγινε για να σπάσει τους κανόνες! Κέρδισε το στοίχημα...

Η φωτογραφία έκανε τον γύρο του κόσμου και σόκαρε τον πλανήτη. Λίγες ημέρες αργότερα ένας άλλος δημοσιογράφος ανακάλυψε ότι το κοριτσάκι είχε επιβιώσει της επίθεσης. Ήταν εκείνος που προσπάθησε να καταπραΰνει το κάψιμο στην πλάτη της. Πάλεψε να τη μεταφέρουν στην αμερικανική βάση στο Μπάρκσι, όπου μπορούσαν να χειριστούν τόσο σοβαρούς τραυματισμούς. Τρίτου βαθμού εγκαύματα έφερε η Phuc στο 30% του σώματός της, αν και το πρόσωπό της έμεινε ανέπαφο από τη φθορά. Με τον καιρό η λιωμένη της σάρκα είχε αρχίσει να επουλώνεται.

Έπειτα από πολλαπλές μεταμοσχεύσεις δέρματος και αλλεπάλληλα χειρουργεία το κορίτσι πήρε εξιτήριο... 13 μήνες μετά τον βομβαρδισμό που παρ’ ολίγο να της στοιχίσει τη ζωή. Στο μεταξύ ο Ut είχε κερδίσει το Πούλιτζερ με τη φωτογραφία της κι ενώ την ήξερε πια ολόκληρος ο πλανήτης και μπορούσε να εξαργυρώσει τη φήμη της, εκείνη το μόνο που ήθελε ήταν να επιστρέψει σπίτι της. Για λίγο κατάφερε να έχει μία ήρεμη ζωή. Ο Ut και λίγοι ακόμη δημοσιογράφοι την επισκέπτονταν μερικές φορές αλλά αυτό σταμάτησε όταν οι βόρειες βιετναμέζικες κομουνιστικές δυνάμεις πήραν την εξουσία στο Νότιο Βιετνάμ στις 30 Απριλίου 1975, τερματίζοντας έτσι τον πόλεμο.

Η ζωή πλέον έγινε σκληρή, καθώς τα παυσίπονα και η ιατρική περίθαλψη ήταν πανάκριβα και «δυσπρόσιτα» για μία έφηβη με αφόρητους πόνους και ημικρανίες. Αν και κατάφερε να εισαχθεί στην ιατρική σχολή προκειμένου να εκπληρώσει το όνειρό της να γίνει γιατρός, οι κομμουνιστές ηγέτες αντιλήφθηκαν ότι αυτή ήταν το κορίτσι της φωτογραφίας με αποτέλεσμα να της απαγορεύσουν τη φοίτηση και την ανάγκασαν να επιστρέψει στην επαρχία της όπου δεν είχε την απόλυτη ελευθερία να βλέπει τους ξένους δημοσιογράφους. Σε όλες τις συναντήσεις τους πια τα πάντα ελέγχονταν και παρακολουθούνταν. Αν και έδειξε ότι αποδέχεται τις διαταγές, μέσα της η οργή φούντωνε. Από θύμα του πολέμου τελικά είχε μετατραπεί σ’ ένα άλλο είδος θύματος!

«Η καρδιά μου ήταν σαν ένα μαύρο φλιτζάνι καφέ. Ευχόμουν να είχα πεθάνει στην επίθεση με τον ξάδερφό μου, με τους Νοτιοβιετναμέζους στρατιώτες. Ευχόμουν να είχα πεθάνει ώστε να μην υποφέρω έτσι πια» εξομολογείται.

Σε μία βιβλιοθήκη ανακάλυψε μία Βίβλο. Πίστεψε ότι η ζωή είχε ένα σχέδιο για εκείνη. Ξαφνικά η φωτογραφία που της είχε προσφέρει τόση ανεπιθύμητη φήμη της έδωσε την ευκαιρία. Το 1982 ταξίδεψε στη Δυτική Γερμανία για ιατρική παρακολούθηση ύστερα από μεσολάβηση ενός ξένου δημοσιογράφου. Αργότερα, ο πρωθυπουργός του Βιετνάμ που συγκινήθηκε από την ιστορία της τη βοήθησε ώστε να σπουδάσει στην Κούβα.

Ο Ut, που τότε εργαζόταν στο AP στο Λος Άντζελες την επισκέφθηκε το 1989 αλλά και πάλι δεν τους επέτρεψαν να μείνουν μόνοι ώστε η Phuc να του ζητήσει τη βοήθειά του. Ενώ φοιτούσε γνώρισε έναν νεαρό. Μέχρι εκείνη τη στιγμή δεν πίστευε ότι θα υπήρχε κάποιος που θα την ερωτευόταν με αυτά τα φρικτά σημάδια. Έκανε λάθος. Παντρεύτηκαν το 1992 και αποφάσισαν να κάνουν μήνα του μέλιτος στη Μόσχα. Κατά την επιστροφή τους στην Κούβα οι νεόνυμφοι αυτομόλησαν ενώ το αεροσκάφος ανεφοδιαζόταν στον Καναδά. Ήταν επιτέλους ελεύθερη!

Η Phuc επικοινώνησε με τον Ut και του είπε τα νέα της κι εκείνος τη συμβούλευσε να μοιραστεί την ιστορία της με τον κόσμο. Εκείνη τη στιγμή ήθελε μόνο την ησυχία της. Όταν τα μέσα ενημέρωσης την εντόπισαν στο Τορόντο του Καναδά αποφάσισε να πει τη δική της πλευρά της ιστορία κι έγραψε ένα βιβλίο το 1999 και ακολούθησε ένα ντοκιμαντέρ παρουσιάζοντας τη ζωή της. Τα Ηνωμένα Έθνη την έχρισαν Πρέσβειρα Καλής Θέλησης και η γυναίκα συναντήθηκε πολλές φορές από τότε με τον Ut. «Σήμερα είμαι πολύ χαρούμενος που βοήθησα την Kim. Τη θεωρώ κόρη μου!» λέει σήμερα ο άνδρας.

ΠΗΓΗ: DAILY MAIL

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου